ΚΕΙΜΕΝΟ 2
«Η υπόθεση του Έλληνα διερμηνέα»
–Σέρλοκ, επί τη ευκαιρία, θα ήθελα να σου μιλήσω για μια υπόθεση ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Αφορά ένα σπουδαίο γλωσσομαθή, τον κύριο Μελά. Είναι Έλληνας, μένει στο διαμέρισμα που βρίσκεται πάνω απ’ το δικό μου και ήρθε να μιλήσει σε μένα και να με συμβουλευτεί όταν αντιμετώπισε κάποιο σοβαρό πρόβλημα. Αν δεν έχεις αντίρρηση, θα τον καλέσω εδώ να σου τα πει ο ίδιος, είπε κι έγραψε ένα σημείωμα σ’ ένα τετραδιάκι που είχε μαζί του. Χτύπησε ένα κουδούνι, το έδωσε σ’ ένα σερβιτόρο και συνέχισε να μας μιλάει για τον κύριο Μελά. Μας είπε πως δούλευε άλλοτε ως διερμηνέας και άλλοτε ως οδηγός σε πλούσιους επισκέπτες που έρχονταν στο Λονδίνο και δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν γιατί δεν ήξεραν τη γλώσσα.
Σε λίγη ώρα, μπήκε στο δωμάτιο ένας μελαχρινός, κοντόχοντρος άντρας, που μιλούσε τέλεια αγγλικά. Μας έσφιξε το χέρι διαχυτικά και είπε στο Σέρλοκ:
–Νομίζω πως η αστυνομία δεν πιστεύει λέξη απ’ όσα λέω. Μάλλον θεωρούν πως είμαι φαντασιόπληκτος, αλλά εγώ ανησυχώ σοβαρά για την υγεία εκείνου του δύσμοιρου άντρα με τους επιδέσμους στο πρόσωπο.
-Πάρτε τα πράγματα από την αρχή. Διηγηθείτε μας, παρακαλώ, την ιστορία με λεπτομέρειες, είπε ο Σέρλοκ Χόλμς.
Τότε ο κύριος Μελάς άρχισε να εξιστορεί τα γεγονότα με τη σειρά: «Είμαι διερμηνέας… Αυτό όμως θα σας το είπε ήδη ο Μάικροφτ από δω. Μιλώ τέλεια πολλές γλώσσες, αλλά, επειδή έχω ελληνική καταγωγή, είμαι κυρίως γνωστός ως Έλληνας διερμηνέας. Δουλεύω πολλές ώρες και πολλές φορές ζητούν τη βοήθειά μου ακόμα και αργά τη νύχτα. Πριν από δύο μέρες, λοιπόν, τη Δευτέρα το βράδυ, με επισκέφτηκε στο σπίτι μου ένας νέος άντρας. Ήταν ευγενικός και καλοντυμένος και μου ζήτησε να τον ακολουθήσω στο σπίτι του, που, απ’ ό,τι κατάλαβα, ήταν κάπου στο Κένσιγκτον. Μου είπε πως το όνομά του ήταν Χάρολντ Λάτιμερ και πως χρειαζόταν ένα διερμηνέα, γιατί τον είχε επισκεφτεί ένας Έλληνας συνεργάτης του για μια δουλειά. Φαινόταν βιαστικός και, μόλις βγήκαμε από το σπίτι μου, με πήγε σηκωτό μέχρι την άμαξά του, που τον περίμενε στην είσοδο. Το αμάξι δεν ήταν μισθωμένο, ήταν ιδιωτική άμαξα με αμαξά. Ο κύριος Λάτιμερ κάθισε απέναντί μου και ξεκινήσαμε. Όταν φτάσαμε στην Όξφορντ Στριτ, τόλμησα να πω ότι κάναμε κύκλο για να πάμε στο Κένσιγκτον. Τότε ο Λάτιμερ έβγαλε ένα ρόπαλο από τα ρούχα του, το ακούμπησε στο κάθισμα δίπλα του και τράβηξε τα κουρτινάκια των παραθύρων της άμαξας. Συνειδητοποίησα έκπληκτος ότι τα παράθυρα ήταν καλυμμένα με χαρτί, για να μην μπορώ πια να βλέπω έξω.
-Λυπάμαι που αναγκάστηκα να καλύψω τα παράθυρα, κύριε Μελά, αλλά δε θέλω να δείτε πού πάμε, για να μην μπορέσετε να ξαναπάτε εκεί, είπε ο Λάτιμερ.
-Αυτό που κάνετε είναι απαράδεκτο, είναι παράνομο, ψέλλισα σοκαρισμένος, γιατί ήταν φανερό πως με είχαν απαγάγει.
Θα σας ανταμείψουμε για τις υπηρεσίες σας, κύριε Μελά, αλλά θέλω να σας προειδοποιήσω για κάτι: αν κάνετε φασαρία ή προβείτε σε κάποια ενέργεια που εναντιώνεται στα συμφέροντά μου, οι συνέπειες θα είναι σοβαρές. Όπως γνωρίζετε, κανείς δεν ξέρει πού βρίσκεστε – είστε στα χέρια μου, είπε απειλητικά.
»Αποφάσισα λοιπόν να παραμείνω σιωπηλός και να περιμένω να δω πού πηγαίναμε. Το ταξίδι κράτησε δυο ώρες περίπου. Σταματήσαμε και ο Λάτιμερ άνοιξε το παράθυρο. Καθώς με έβγαζαν από το αμάξι και με έχωναν βιαστικά στο σπίτι, πρόλαβα να δω την πόρτα της εισόδου, που είχε ένα φως στην κορυφή, και γύρω μου πράσινο και πολλά δέντρα.
«Οι περιπέτειες του Σέρλοκ Χολμς», Athur Conan Doyle
Εκδόσεις Παπαδόπουλος